Πολυφαινόλες

ΠΟΛΥΦΑΙΝΟΛΕΣ
Με τον όρο πολυφαινόλες (Polyphenols, PP), περιγράφεται μια ομάδα ενώσεων, που χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη ενός ή περισσότερων υδροξυλίων (ΟΗ) απευθείας συνδεδεμένα σε έναν ή περισσότερους ετεροκυκλικούς δακτυλίους. Οι πολυφαινολικές ενώσεις αποτελούν προϊόντα του δευτερογενούς μεταβολισμού των φυτών και σήμερα είναι γνωστές πάνω από 8000. Η δραστικότητα τους όμως εξαρτάται κυρίως από την ηλικία των φυτικών οργανισμών αλλά και από άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως  το νερό, τα θρεπτικά συστατικά και την ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας. Η κύρια πηγή για τα πολυφαινολικά αντιοξειδωτικά είναι η διατροφή, μιας και οι πολυφαινόλες βρίσκονται σε ποικιλίες τροφίμων που περιέχουν φυτοθρεπτικά συστατικά.  Τα περισσότερα όσπρια, φρούτα (όπως μήλα, μούρα, πεπόνι, κεράσια, βακκίνια, σταφύλια, αχλάδια, δαμάσκηνα, βατόμουρα, και φράουλες), και λαχανικά (όπως μπρόκολο, λάχανο, σέλινο, κρεμμύδι και μαϊντανός) είναι πλούσια σε πολυφαινολικά αντιοξειδωτικά.  Το κόκκινο κρασί, η σοκολάτα, το πράσινο τσάι, το ελαιόλαδο, η γύρη της μέλισσας είναι εναλλακτικές πηγές.

ΚΑΤΗΡΟΡΙΕΣ ΠΟΛΥΦΑΙΝΟΛΩΝ
1.    Φαινολικά οξέα (Phenolic acids)
Τα φαινολικά οξέα αποτελούν μία ομάδα οργανικών οξέων και εμπεριέχουν όλες τις οργανικές ενώσεις που έχουν το λιγότερο μια καρβοξυλομάδα και ένα φαινολικό υδροξύλιο. Είναι παράγωγα του κινναμωμικού και του βενζοϊκού οξέος που βρίσκονται στα φυτά με τη μορφή εστέρων ή γλυκοσιδών. Στην πρώτη κατηγορία συγκαταλέγεται το καφεϊκό οξύ (caffeic acid), το π – κουμαρικό οξύ (p – coumaric acid), το σιναπικό οξύ, φερουλικό οξύ ενώ στη δεύτερη το σαλικυλικό και το γαλλικό οξύ. Από βιολογικής άποψης παρουσιάζουν μεγάλο αριθμό δράσεων όπως χολαγωγό. Εμφανίζουν αντιμικροβιακή δράση έναντι πολλών παθογόνων βακτηρίων. Από τις ιδιότητες τους σημαντική είναι η αντιφλεγμονώδη και κυτταροστατική δράση. Το καφεϊκό οξύ προστατεύει και την καρδιά από την αρτηριοσκλήρωση, μία κατάσταση κατά την οποία σκληρές πλάκες δημιουργούνται στα τοιχώματα των αρτηριών και εμποδίζουν τη ροή του αίματος. Μειώνει επίσης τα επίπεδα της κακής χοληστερίνης. Εξασφαλίζει επομένως την κακή κυκλοφορία αίματος και οξυγόνου από και προς την καρδιά.

2.    Φλαβονοειδή (Flavonoids)
Τα φλαβονοειδή είναι μια μεγάλη κατηγορία φαινολών και μέχρι σήμερα έχουν ταυτοποιηθεί 4000 ενώσεις. Αρχικά τα είχαν κατατάξει στις βιταμίνες P λόγω της ικανότητας προστασίας των βιταμινών από την οξείδωση. Οι ενώσεις αυτές αποτελούνται από δύο αρωματικούς δακτυλίους (Α και Β) οι οποίοι ενώνονται μεταξύ τους με τρία άτομα άνθρακα προς ένα οξυγονωμένο ετερόκυκλο δακτύλιο. Ανάλογα με τη χημική δομή τους κατατάσσονται σε φλαβονόλες, φλαβόνες, φλαβονόνες, ισοφλαβονοειδή, φλαβανόλες και τις ανθοκυανίνες. Τα φλαβονοειδή είναι υψίστης σημασίας για την ανθρώπινη υγεία λόγω των συστατικών που περιέχουν με αποτέλεσμα την πρόληψη και θεραπεία ασθενειών. Σε πειράματα κυτταροκαλλιέργειας συμβάλουν στην μείωση των μεταλλάξεων του κύτταρου μειώνοντας την πιθανότητα για καρκίνο, εμποδίζουν την απόπτωση και τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων. Είναι αντισπασμωδικά, διουρητικά, τονωτικά του κυκλοφορικού αλλά και καρδιοδιεγερτικά.
3.    Στιλβένια (Stibenes)
Τα στιλβένια συντίθενται από παράγωγα του κινναμωμικού οξέος. Παράγονται από φυτικούς οργανισμούς σε καταστάσεις κινδύνου. Όταν ένα φυτό αντιμετωπίζει έναν κίνδυνο αυτός κινεί μηχανισμούς σύνθεσης αυτών των ουσιών. Τα στιλβένια απαντούν ευρύτατα στο φυτικό βασίλειο, καθώς ανιχνεύονται στα σταφύλια, τα φιστίκια, τα όσπρια, τον ευκάλυπτο, σε φυτά της οικογένειας Leguminosae και αλλού. Μέχρι το 1980 είχαν εξακριβωθεί περίπου 100 δομές στιλβενοειδών, ενώ σήμερα είναι γνωστές περί τις 300. Πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι είναι αποδεδειγμένη η συνεργιστική δράση τους με άλλες ουσίες με σκοπό την προστασία του φυτού. Η ρεσβερατρόλη είναι η κύρια αντιπρόσωπος αυτής της ομάδας. Η ρεσβερατρόλη εμφανίζει πλούσια φαρμακολογική δράση ώστε να θεωρείται σήμερα ένα δραστικό μέσο στην αντιμετώπιση δύσκολων παθολογικών καταστάσεων για τον άνθρωπο και να συμπεριλαμβάνεται στα πιο δραστικά μόρια φυτικής προέλευσης. Τα σταφύλια και το κρασί είναι η κύρια πηγή της.

4.    Κουμαρίνες (Coumarins)
Οι κουμαρίνες ανήκουν στις διαιτητικές φαινόλες και χαρακτηρίζονται από την παρουσία ενός βενζοϊκού δακτυλίου συνδεδεμένο με ένα πυρονικό δακτύλιο. Οι Κουμαρίνες βρίσκονται σε πολλά είδη φυτών. Είναι ενώσεις που έχουν μεταξύ τους διαφορετικό τύπο αλλά και διαφορετικές αποκλίνουσες δράσεις. Είναι αρωματικές ενώσεις και η δράση τους είναι περιορισμένη στον οργανισμό. Υπάρχουν όμως προϊόντα του μεταβολισμού τους που έχουν αξιόλογη δράση όπως για παράδειγμα η δικουμαρόλη που είναι μια ισχυρή αντιθρομβωτική ένωση. Βότανα που περιέχουν κουμαρίνες είναι ο Μελιλώτος (Melilotus officinalis), η Φλαμουριά (Fraxinus excelsior), το Αγριοράδικο (Taraxacum officinalis) και άλλα. Οι κουμαρίνες είναι μια ιδιαίτερα σημαντική κατηγορία ενώσεων, οι οποίες βρίσκονται συχνά στο φυτικό βασίλειο, είτε σε ελεύθερη κατάσταση, είτε με τη μορφή παραγώγων τους με σάκχαρα. Από χημική άποψη, είναι παράγωγα των α-βενζοπυρανίων και έχουν σημαντικό συνθετικό ενδιαφέρον λόγω της βιολογικής δραστικότητάς τους. H απλούστερη κουμαρίνη , απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1820 από τον Vogel, ενώ παρασκευάστηκε συνθετικά το 1868 από τον Perkin. Οι κουμαρίνες που είναι φυσικά προϊόντα μπορούν γενικά να διακριθούν με βάση έναν ευρύτερα αποδεκτό τρόπο ταξινόμησης στις ακόλουθες κατηγορίες
Εκτύπωση