Λούπινα καρποί ( Lupinus semen tot ) ( Lupine fruit whole )

lupinusΤο Λούπινο (Lupinus spp.), - λουπινάρι, πικροκουκιά ή λούμπουνος και λουμπούνι στην Κρήτη - είναι φυτό της οικογένειας των ψυχανθών (Fabacae) και αριθμεί περίπου 300 είδη (με το κίτρινο και λευκό είδος να θεωρούνται  τα κατεξοχήν αυτοφυή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ασίας). Σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία, το φυτό αυτό πιστεύεται ότι καλλιεργήθηκε αρχικά στην Αίγυπτο ενώ η παρουσία του ήταν έντονη και στην Αρχαία Ελλάδα όπου ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης, αναφέρονται στο φυτό ως «θέρμος» (ο ήμερος) και αναγνωρίζουν δύο ποικιλίες – την πικρή και τη γλυκιά. Σήμερα η Ελλάδα αριθμεί το μεγαλύτερο πληθυσμό λευκού λούπινου (lupinus albus), που συναντάται ελεύθερο στη φύση και χρησιμοποιείται ακόμα ευρύτατα ως ζωοτροφή. Η ετοιμολογία της ονομασίας προέρχεται από τη λατινική λέξη “lupus” = λύκος με βάση δύο εσφαλμένες θεωρίες όσον αφορά το φυτό αυτό:  το λούπινο θεωρείτο ότι κατέστρεφε με τις βαθιές του ρίζες οτιδήποτε φύτρωνε στη γύρω περιοχή και ότι ο καρπός του ήταν ακατάλληλος προς βρώση παρά μόνο από λύκους, μια και το φυτό έχει μηδενική περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες. Υπάρχει, ωστόσο μια ακόμα πιο ενδιαφέρουσα εκδοχή σύμφωνα με την οποία τα λούπινα χρησιμοποιούνταν αρχικά σε ρωμαϊκές παραστάσεις ως «ψεύτικα νομίσματα» (=«nummus lupinus») και έτσι εδραιώθηκε η χρήση της ονομασίας lupinus.
Οι παλαιότερες ποικιλίες lupinus, εμφάνιζαν υψηλή περιεκτικότητα σε αλκαλοειδείς ουσίες με ψυχοτρόπες – ηρεμιστικές και παραισθησιογόνες – ιδιότητες, γεγονός που εξηγεί την χορήγηση του καρπού στους επισκέπτες του Νεκρομαντείου του Αχέροντα, σύμφωνα με το γνωστό μύθο. Με την κάμψη και χαλάρωση των αισθήσεων, ο εν ζωή μπορούσε να εγκαταλείψει προσωρινά τα εγκόσμια και να έρθει σε επαφή με τους νεκρούς. Διατροφικά δε το λούπινο, ξεχωρίζει για την μεγάλη περιεκτικότητά του σε πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας (έως και 40 % για την κίτρινη ποικιλία) και λίπη – ακόρεστα κυρίως (10%), σε φυτικές ίνες, βιταμίνη C, κάλιο, μαγνήσιο και ψευδάργυρο. Η χαρακτηριστική του σύσταση αυτή καθιστά το λούπινο άξιο αντικαταστάτη της σόγιας, ιδιότητα με την οποία σήμερα το φυτό αυτό έχει κερδίσει μεγάλη δημοτικότητα σε χορτοφαγικές ομάδες. Γνωστή είναι η χρήση τους και για την παρασκευή λικέρ σε περιοχές της Β. Αφρικής, ενώ σε περιόδους ύφεσης οι καβουρδισμένοι σπόροι αντικατέστησαν τον καφέ σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Ως θεραπευτικό βότανο (medicinal plant), το λούπινο έχει παραδοσιακά χρησιμοποιηθεί ως ανθελμινθικό, εμμηναγωγό, καθαρτικό και διουρητικό, με τη μορφή αφεψήματος (1 κ τσαγιού κοπανισμένους σπόρους για ένα φλιτζάνι αφεψήματος). Επίσης έχει αντιδιαβητικές ιδιότητες χάρις στην παρουσία των φυτικών ινών που περιέχει και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρθριτικές παθήσεις και λευκωματουρία. Εξωτερικά, χρησιμοποιείται ως κατάπλασμα σε αποστήματα και φλεγμονές, έλκη, σε δερματικές παθήσεις όπως εκζέματα και λειχήνες - ως καταπραϋντικό και μαλακτικό. Το κυανό είδος διαθέτει επίσης ηρεμιστικές ιδιότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε καταστάσεις αϋπνίας και υπερέντασης /υπερκινητικότητας (συνήθως σε μορφή βάμματος). Στην οποιοπαθητική τα λούπινα χρησιμοποιούνται επίσης για την τόνωση του αναπνευστικού συστήματος και για την αντιμετώπιση συμπτωμάτων χρόνιας κόπωσης (χάρις στο πλούσιο θρεπτικό του φορτίο).
Η εταιρεία Tettix Α.Ε.Β.Ε. διοχετεύει στην αγορά τους σπόρους αυτούς μετά από παραδοσιακή επεξεργασία (συλλογή – ξήρανση – συσκευασία – εμπορεία ), σε άριστη ποιότητα, και σε χύμα ή συσκευασμένη μορφή για την κάλυψη κάθε ανάγκης εμπορικής φύσης.

Σημείωση: Η ως άνω παρουσίαση του φυτού, σε καμμία περίπτωση δεν αποτελεί συνταγή. Η συμβουλή ειδικού κρίνεται απαραίτητη πριν από την χρήση του φυτού.
Εκτύπωση