Κιούμελ σκὀνη Αιγύπτου ( Carum carvi fructus pulv ) ( Caraway seeds ground )

Κιούμελ
Το κιούμελ (carum carvi , η λατινική ονομασία), caraway στην αγγλική, είναι δυετές φυτό της οικογενείας των Σεληνοειδών, ανήκει στην ίδια οικογένεια με το καρότο, και φύεται στην δυτική Ασία, Ευρώπη και Νότια Αμερική.
Το φυτό έχει πτεροειδή φύλλα, φθάνει τα 40-60 εκ. και οι βλαστοί του καταλήγουν σε σκιάδια χρώματος ροζ. Οι καρποί του φυτού είναι επιμήκεις και μοιάζουν με το κύμινο.
Χρησιμοποιούνται ολόκληροι, δεν τρίβονται συνήθως, και η γεύση που δίνουν είναι παρόμοια με του γλυκάνισου.
Το χρησιμοποιούν πολύ στην βόρεια Ευρώπη, για να αρωματίζουν το ψωμί, και ειδικά αυτό της σίκαλης, αλλά και σε πιάτα με κρέας μαγειρεμένο σε σάλτσα και σε κάποια είδη τυριών. Επίσης χρησιμοποιείται σε διάφορα αποστάγματα αλλά και για την παρασκευή λικέρ.
Σπόροι κιούμελ βρέθηκαν σε ανασκαφές νεολιθικών οικισμών της Ευρώπης. Το φυτό ήταν γνωστό στους Αιγυπτίους, τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Στην Ευρώπη, παλιά, πρόσθεταν τους σπόρους του σε κομπόστες και μαρμελάδες, σε ψωμί και σε άλλα αρτοκατασκευάσματα. Επίσης, έκαναν με αυτούς ζαχαρωτά ή συνόδευαν τα ψητά μήλα. Πιστευόταν ότι το βότανο προφυλάσσει τους ανθρώπους από... κάθε είδους παρεκτροπές.
Επίσης, οι σπόροι του μασιούνται, για το αρωματικό της αναπνοής. Στη μαγειρική, οι σπόροι αγριοκύμινου προστίθενται σε διάφορες ζύμες, σε τυριά, ψητά μήλα, λάχανο και κρέατα, ως καρύκευμα στις πίκλες και για το αρωματικό των λικέρ. Τα νεαρά φύλλα προστίθενται σε σαλάτες ή χρησιμοποιούνται για τι γαρνίρισμα φαγητών.
Εκτύπωση